Εγκυμοσύνη

ΕΓΚΥΜΟΣΥΝΗ: Να πώς εξασφαλίζεται η υγεία της μητέρας και του μωρού

Το κλειδί για μια ασφαλή εγκυμοσύνη, που θα προφυλάσσει την υγεία της μητέρας και θα εξασφαλίζει την υγεία του μωρού, είναι η πρόληψη. Για το σκοπό αυτό γίνονται μια σειρά από εξετάσεις σε όλη τη διάρκεια της κύησης. Ποιες είναι αυτές, όμως, και γιατί γίνονται;

Ήδη εδώ και πέντε χρόνια περίπου, η βρετανική εφημερίδα «Independent» με αφορμή την 10 η Διεθνή επέτειο της Ημέρας της Γυναίκας, δημοσίευσε έρευνα για τα καλύτερα μέρη να είσαι γυναίκα σήμερα. Ένα από τα συμπεράσματα είναι εντυπωσιακό: η Ελλάδα είναι ο ασφαλέστερος τόπος για τη γέννηση ενός μωρού! Το γεγονός αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, ένας εκ των οποίων είναι και ο τρόπος παρακολούθησης των εγκύων κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ο οποίος επικεντρώνεται στην πρόληψη.

Η εγκυμοσύνη διακρίνεται σε τρία τρίμηνα, οπότε θα μιλήσουμε για τις εξετάσεις στην κύηση ανά τρίμηνο, δίνοντας έμφαση στην κατανόηση και όχι στην ιατρική ορολογία.


Το πρώτο τρίμηνο

Αρχικά, η εγκυμοσύνη πιστοποιείται μέσα από μία εξέταση αίματος, τη β χοριακή γοναδοτροφίνη, και στη συνέχεια με ένα υπερηχογράφημα κύησης για έλεγχο της θέσης του σάκου εγκυμοσύνης,
του μεγέθους του εμβρύου, της καρδιακής του λειτουργίας, καθώς και των αριθμό των εμβρύων. Στο πρώτο τρίμηνο της κύησης μας ενδιαφέρει η υγεία της εγκύου και κατ’ επέκταση η υγεία του
εμβρύου. Ο αιματολογικός έλεγχος αποτελείται από μια σειρά εξετάσεων προγεννητικού ελέγχου που αφορούν στη μητέρα όπως: γενική αίματος, γενική ούρων, ομάδα-Rhesus, αντισώματα
ερυθράς (IgG,IgM), αντισώματα κυτταρομεγαλοϊού (IgG, IgM), αντισώματα τοξοπλάσματος, ηλεκτροφόρηση Hb, RPR (έλεγχος σύφιλης), HIV I & ΙΙ (έλεγχος για AIDS), αυστραλιανό
αντιγόνο (έλεγχος ηπατίτιδας Β), Anti-HCV (έλεγχος ηπατίτιδας C), έλεγχος HSV, σάκχαρο αίματος, καλλιέργεια κολπικού υγρού, εξετάσεις για έλεγχο θυρεοειδούς, καθώς και έλεγχο
κυστικής ίνωσης. Επίσης, θα πρέπει να γίνει καρδιολογική εξέταση και ηλεκτροκαρδιογράφημα. Ο έλεγχος του α΄ τριμήνου ολοκληρώνεται με το υπερηχογράφημα αυχενικής διαφάνειας PAPP-A
και free-bHCG στη 12η εβδομάδα κύησης περίπου, για να ανιχνευθεί η πιθανότητα χρωμοσωμικής ανωμαλίας για τις γυναίκες έως 35 ετών χωρίς προηγούμενο παθολογικό ιστορικό.
Σημειώνεται ότι για γυναίκες >των 35ετών ή με προηγούμενο παθολογικό ιστορικό ή με έλεγχο α΄ τριμήνου (αυχενική και PAPP-A) παθολογικό, εξέταση εκλογής αποτελεί η λήψη
τροφοβλάστης στη 12η-13η εβδομάδα κυήσεως για έλεγχο καρυότυπου του εμβρύου ώστε να αποκλειστούν χρωμοσωμιακές ανωμαλίες. Προσφάτως στη διαγνωστική μας φαρέτρα έχει
προστεθεί η δυνατότητα ελέγχου χρωμοσωμιακών ανωμαλιών μέσω του περιφερικού αίματος χωρίς όμως να μπορεί αυτό να αντικαταστήσει πλήρως διαγνωστικά την αμνιοπαρακέντηση ή το
CVS.

Το δεύτερο τρίμηνο

Στο β΄ τρίμηνο της εγκυμοσύνης γίνεται επανέλεγχος αιματολογικών εξετάσεων με γενική αίματος, γενική ούρων, αντισώματα κυτταρομεγαλοϊού και τοξοπλάσματος, καθώς και καμπύλη
σακχάρου, γλυκοζυλιωμένη Hb στο τέλος του τριμήνου. Ο υπερηχογραφικός έλεγχος του β΄ τριμήνου της κύησης περιλαμβάνει το υπερηχογράφημα αναπτύξεως στη 16η-17η εβδομάδα
κυήσεως και το υπερηχογράφημα β΄ επιπέδου (ή ανατομικό υπερηχογράφημα) περίπου στην 22η εβδομάδα της κύησης για τον πλήρη έλεγχο της ανατομίας του εμβρύου.
Σ’ αυτό το σημείο θα πρέπει να αναφερθεί η αμνιοπαρακέντηση. Η αμνιοπαρακέντηση είναι μια επεμβατική μέθοδος ανίχνευσης χρωμοσωμικών ανωμαλιών, η οποία γίνεται περίπου στη 17η
εβδομάδα κυήσεως. Σκοπός της είναι ο έλεγχος καρυότυπου του εμβρύου σε περιπτώσεις όπως η αυξημένη ηλικία της εγκύου ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο κρίνεται σκόπιμο από το γιατρό της.

Το τρίτο τρίμηνο

Προχωρώντας στο γ΄ τρίμηνο της κύησης η έγκυος παρακολουθείται ανά μήνα με τυπικές και επαναλαμβανόμενες αιματολογικές εξετάσεις όπως γενική αίματος, γενική ούρων,
γλυκοζυλιωμένη Hb και υπερηχογράφημα αναπτύξεως. Περίπου στην 32η-33η εβδομάδα της κύησης γίνεται το βιοφυσικό προφίλ, Doppler και NST για ελεγχθεί το έμβρυο από πλευράς
σωματικής ανάπτυξης-βάρους, αιματώσεως, αναπνευστικής ωριμότητας, ποσότητας αμνιακού υγρού, ωριμότητας του πλακούντα, καθώς και ενδείξεων προωρότητας ή ενδεχομένως περαιτέρω
παρακολουθήσεως λόγω παθολογίας.

Μοναδικές περιπτώσεις

Κλείνοντας, θα πρέπει να αναφερθεί ότι κάθε έγκυος και κάθε εγκυμοσύνη είναι διαφορετική. Αυτό σημαίνει ότι ανάλογα με το ιστορικό της εγκύου και τις ιδιαιτερότητες κάθε εγκυμοσύνης, η
παρακολούθηση μπορεί να αποκλίνει από τα παραπάνω. Οι τυπικές εξετάσεις παρακολούθησης της εγκυμοσύνης δύναται να συμπληρωθούν με περισσότερο εξειδικευμένες, με επαναληπτικές
εξετάσεις ανά τακτά χρονικά διαστήματα ή και με παράλειψή τους σε ορισμένες περιπτώσεις. Ο γιατρός της είναι αυτός που θα κρίνει τι πραγματικά χρειάζεται η κάθε έγκυος για να
παρακολουθηθεί σωστά, ώστε να ολοκληρώσει την εγκυμοσύνη αποκτώντας ένα υγιές μωρό.